Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

Στην Ελλάδα όλοι παριστάνουν ότι είναι ανοιχτά μυαλά. Από τα ανοιχτά μυαλά, το μυαλό σκορπίζεται. Σκέψεις για τα ΑΕΙ από τη Σώτη Τριανταφύλλου.

Την ενδιαφέρουσα από κάθε άποψη ομιλία της  καλής μας φίλης Σώτης Τριανταφύλλου στο Αριστοτέλειο Παν/μιο σας παρουσιάζουμε, πιστεύοντας ότι πρέπει επιτέλους η ίδια η κοινωνία να σπρώξει στην κατεύθυνση ενός σοβαρού διαλόγου για τα θέματα της Παιδείας αλλά και να ενημερωθεί πολύπλευρα και υπεύθυνα. Θυμίζουμε ότι πέρσι αναρτήσαμε τις απόψεις του φίλου και συμπατριώτη καθηγητή του ΑΠΘ, Λουκά Βλάχου, (για να τις θυμηθείτε κλικ ΕΔΩ), και θα ακολουθήσουν κι άλλες επώνυμες τοποθετήσεις γι αυτό το θέμα. 


Ομιλία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΕΙ
Της Σώτης Τριανταφύλλου

Με αφορμή τον διάλογο για την Παιδεία (στην πραγματικότητα, το “σπασμένο τηλέφωνο”, μιας και λίγοι μπαίνουν στον κόπο να ενημερωθούν για τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις) εκφράζω εδώ την άποψη ότι, ακόμα κι αν η κατάσταση στα ΑΕΙ δεν χειροτερέψει, υπάρχει κίνδυνος εκφασισμού. Εκθέτω λοιπόν μερικές σκέψεις σχετικά με τη λειτουργία των Πανεπιστημίων: η ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα μας παρουσιάζει προβλήματα που μοιάζουν να βρίσκονται στην περιοχή του μη-επανορθώσιμου. Έχουμε ατομική ευθύνη· υπάρχω σημαίνει λερώνω τα χέρια μου. Πρέπει λοιπόν να λερώσουμε τα χέρια μας. Όσο περισσότερη ελευθερία έχουμε, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη για προσωπική πειθαρχία. Αυτή η πειθαρχία λείπει.
Εκτός του ότι είμαστε πρώτοι στη φοιτητική μετανάστευση (καμιά 60.000!), εκτός του ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 220.000 προπτυχιακοί και 68.000 μεταπτυχιακοί φοιτητές, είμαστε τελευταίοι στην ανάγνωση βιβλίων και στη γενική φιλομάθεια: μια κοινωνία επαρχιωτών, ημιμαθών και φτωχοαλαζόνων.
Παρατηρείται brain drain: oι επιστήμονες, όσοι θα μπορούσαν να εργασθούν ως ερευνητές και διδάσκοντες στα ελληνικά ΑΕΙ αναζητούν θέσεις στο εξωτερικό ή στρέφονται σε άλλες δραστηριότητες. Αυτό που τους διώχνει δεν είναι ούτε οι πλημμελείς υποδομές, ούτε η χαμηλή ποιότητα των συγγραμμάτων, ούτε η ελλιπής χρηματοδότηση. Tο ανυπέρβλητο πρόβλημα είναι το αλλοπρόσαλλο πλαίσιο λειτουργίας των ΑΕΙ, τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση διάλυσης ήδη από το 1975, όταν μπήκα κι εγώ στη Φυσικομαθηματική της Αθήνας.
Αρχικά, χρειάζεται μεταρρύθμιση του καθεστώτος του «πανεπιστημιακού ασύλου». Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και η προστασία της έρευνας και της διδασκαλίας από αυθαίρετες επεμβάσεις της εξουσίας πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Όμως το “ακαδημαϊκό άσυλο” έχει υπονομευθεί από τους πιο φανατικούς του υποστηρικτές. Το πανεπιστήμιο δεν είναι η Άγρια Δύση: έχει γίνει παρεξήγηση· το ότι κάθε διαμαρτυρόμενη κοινωνική ομάδα οχυρώνεται στον πανεπιστημιακό χώρο, καταλαμβάνει κτήρια, προπηλακίζει διδάσκοντες και επιδίδεται σε ασχήμιες, καταστροφές, ηθική παρενόχληση και τρομοκρατία αποτελεί εγχώρια και παγκοσμίως μοναδική ερμηνεία και άσκηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Τα προβλήματα της παιδείας δεν λύνονται με την κατάλυση των θεσμών, αλλά με την ενίσχυσή τους. Η τυφλή ανυπακοή είναι το ίδιο επιβλαβής με την τυφλή υπακοή.


Το πολίτευμα πρέπει να εγγυάται την ελεύθερη διακίνηση ιδεών (ΟΛΩΝ των ιδεών, ακόμη κι εκείνων που δεν μας αρέσουν· κυρίως εκείνων που δεν μας αρέσουν) και να εξασφαλίζει τον σεβασμό στους νόμους μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο. Άρα, το “άσυλο”, υπό την έννοια που υπάρχει σήμερα, πρέπει να καταργηθεί.
Στη συνέχεια, αφού εξασφαλιστεί η νομιμότητα (χωρίς νομιμότητα δεν γίνεται απολύτως τίποτα), χρειάζεται αναβάθμιση, εκσυγχρονισμός και εντατικοποίηση των σπουδών. Ωράρια, μαθήματα, υποχρεωτικές παρουσίες, εργαστήρια, δραστική μείωση των διακοπών (παρά το δυσμενές κλίμα· παρά το διαρκές καλοκαίρι και τη νοοτροπία permanent vacation), διαλέξεις, ξανά μαθήματα. Για να παίρνεις πτυχίο χρειάζεται παρακολούθηση χιλιάδων ωρών και μελέτη άλλων τόσων χιλιάδων ωρών. Είναι εντελώς αδιάφορο το ότι οι περισσότεροι φοιτητές δεν θέλουν να εντατικοποιηθούν οι σπουδές τους· σε όποιον δεν αρέσει η μόρφωση και η εξειδίκευση μπορεί να ασχοληθεί με άλλες δραστηριότητες, οι οποίες ίσως τελικά αποβούν πιο κερδοφόρες και πιο χρήσιμες για την οικονομία.  Έτσι κι αλλιώς, στην Ελλάδα όποιος μπαίνει στο πανεπιστήμιο –δηλαδή ο μισός πληθυσμός- κυνηγάει την αποκατάσταση και μέχρι προσφάτως την αναρρίχηση στη μεσαία τάξη· τέτοια είναι η ανατροφή μας, τέτοια είναι η νοοτροπία μας· συντηρητική, μικροαστική· οι στόχοι μας και τα μέσα που χρησιμοποιούμε ανήκουν σε κοινωνία του 19ου αιώνα· ούτε καν των αρχών του 20ού. Reality check:  αντιθέτως προς τις προσδοκίες, τα πανεπιστήμια παράγουν ανέργους.
Η σημερινή κατάσταση διανορφώνεται περίπου ως εξής: οι πανεπιστημιακοί αμελούν τα καθήκοντά τους, λόγω οκνηρίας ή πολυθεσίας ή και τα δύο (εξαιρέσεις υπάρχουν)· επίσης, λόγω συστηματικής κολακείας των φοιτητών (να μην πιέζουμε “τα παιδιά”! τα “παιδιά” είναι οι πελάτες μας και οι ψηφοφόροι μας)· όσο για τους φοιτητές, επιζητούν εύκολα πτυχία που να αποτελούν τη φυσική συνέχεια του χαμηλού επιπέδου του σχολείου. Και απαιτούν αυτά τα πτυχία να αντιστοιχούν σε εργασιακές θέσεις και μάλιστα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ας επιβληθεί λοιπόν ωράριο εργασίας στα πανεπιστήμια ώστε οι καθηγητές να μην  αντιμετωπίζουν τη διδασκαλία σαν πάρεργο ή σαν χόμπι· και οι φοιτητές να πάψουν να διαπρέπουν στο τάβλι και στους φραπέδες· στο χαζολόγημα στα τραπεζάκια των νεολαιών και στους βανδαλισμούς. Xρειάζεται ιεραρχία, εργασιακό ήθος· χρειάζεται έλεγχος. Και πάλι: σε όποιον δεν αρέσει ας παραιτηθεί. Όποιος δεν πειθαρχήσει να απολυθεί. Χρειαζόμασε περισσότερες διδακτικές ώρες, περισσότερες ώρες συνάντησης φοιτητών-καθηγητών, περισσότερες ώρες έρευνας. Υπάρχει πράγματι φαύλος κύκλος: τα λεγόμενα “κεκτημένα” δικαιώματα των φοιτητών, του διδακτικού προσωπικού και των διοικητικών υπαλλήλων: ο καθένας προωθεί τα δικά του συντεχνιακά αιτήματα· επιπροσθέτως, οι φοιτητικές διεκδικήσεις ταυτίζονται, περιέργως, με τη μείωση της παροχής γνώσης.
Άλλο θέμα: Η εισαγωγή στα ΑΕΙ πρέπει να γίνεται με βάση τη βαθμολογία στο λύκειο· το σχολείο πρέπει να ξαναγίνει σκοπός, όχι μέσον· το απολυτήριο του λυκείου πρέπει να γίνει πιστοποιητικό γνώσεων. Εννοείται ότι κάθε διαδικασία επιλογής και εισαγωγής στο πανεπιστήμιο  μπορεί να εξελιχθεί σε όργιο γραφειοκρατίας, παραοικονομίας, φαβοριτισμού. Στην Ελλάδα, κάθε λύση μπορούμε να τη διαστρέψουμε και να δημιουργήσουμε καινούργιο αδιέξοδο.
Επίσης, θεωρώ απολύτως απαραίτητη τη δημιουργία διετούς φοίτησης κατά την οποία θα διδάσκονται μαθήματα γενικής γνώσης και θα προετοιμάζεται ο σπουδαστής για να κάνει την επαγγελματική του επιλογή. Ακόμα κι αν δεν την κάνει τελικά, θα έχει κερδίσει δυο χρόνια εκπαίδευσης μετά το σχολείο. Είναι πολύ νωρίς για μαθητές 16 και 17 ετών να αποφασίζουν για τις σπουδές και το επάγγελμά τους: υπάρχουν σχολές που για το 95% των φοιτητών δεν ήταν η πρώτη επιλογή. Άρα, μετά το λύκειο, διετής ανώτατη εκπαίδευση και, στη συνέχεια, αν μπορούμε και θέλουμε, ανώτατη επαγγελματική εκπαίδευση κύρους. Πράγμα που σημαίνει κατάργηση των περιβόητων ιδιωτικών φροντιστηρίων· που είναι ένα ακόμα χρόνιο πρόβλημα και μαζί κοινωνικός θεσμός εδώ και πενήντα χρόνια. Με την ευκαιρία, σημειώνω ότι η ιδιωτική εκπαίδευση θα ατονήσει υπάρξει δημόσια εκπαίδευση στο ύψος των περιστάσεων. Η παιδεία πρέπει να είναι δωρεάν και υποχεωτική μέχρι το απολυτήριο.
Χρειάζεται δραστική μείωση του ποσοστού συμμετοχής των φοιτητών στις εκλογικές διαδικασίες. Ίσως μάλιστα να έχει έρθει ο καιρός για το τέλος της συνδιοίκησης. Σε εκλογές διοικητικών θέσεων το 40% των εκλεκτόρων είναι φοιτητές, ένα ακόμη παγκόσμιο ρεκόρ. Εκ των πραγμάτων, οι εκπρόσωποι των φοιτητών είναι όργανα των κομμάτων· έτσι, κομματικοποιημένοι φοιτητές αποφασίζουν για θέματα περί των οποίων δεν έχουν ιδέα. Εξάλλου, στις φοιτητικές εκλογές, οι υποψήφιοι θα έπρεπε να κατεβαίνουν ως μεμονωμένα άτομα και όχι ως παρατάξεις.  
Εκτός του ότι πρέπει να ελεχθεί το ποιος αναδεικνύεται διδάσκων, πρέπει να θεσπιστούν αυστηρά κριτήρια για τη μονιμότητα. Στο σημερινό καθεστώς κανείς δεν απολύεται, λόγω μιας αλλόκοτης κοινωνικής ευαισθησίας: “να μην πετάξουμε το παιδί στον δρόμο". Ποιο παιδί; Κανείς δεν είναι παιδί μετά την ηλικία των 16 ετών, όταν δηλαδή μπορείς να εργαστείς υπό όρους και να κάνεις σεξ. Η ενηλικίωση θα ήταν χρήσιμη για όλους μας –κυρίως για τους ίδιους τους φοιτητές- το να μπορούμε να συνδιαλεγόμαστε με τη διοίκηση των πανεπιστημίων χωρίς να καταφεύγουμε σε θορυβώδεις και συχνά αιματηρές διαδικασίες. Στην Ελλάδα διεκδικώ σημαίνει, εκτός από αυθαιρεσία, “αίμα και χώμα”· το ίδιο πίστευε και ο Χίτλερ.
Η αξιολόγηση των πανεπιστημίων μού φαίνεται απολύτως απαραίτητη. Σύμφωνα με τον νόμο, στην επιτροπή αξιολόγησης είναι «επιθυμητή» (αλλά όχι απαραίτητη) η συμμετοχή ενός τουλάχιστον αλλοδαπού. Ένα από τα μέλη μπορεί να υποδεικνύεται από την υπό αξιολόγηση μονάδα, και τα υπόλοιπα καθορίζονται με κλήρωση από ένα μητρώο εμπειρογνωμώνων. Από αυτήν την περιγραφή φαίνεται ότι ερευνητές του εξωτερικού δεν θα συμμετέχουν: η αξιολόγηση θα γίνεται από καθηγητές παρόμοιων τμημάτων από άλλο, ελληνικό, πανεπιστήμιο. Το πρόβλημα είναι ότι, καθώς η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, όλοι γνωρίζονται με όλους. Συνήθως υπάρχουν 3-5 ομοειδή τμήματα. Πόσο πιθανόν είναι ένας καθηγητής από ένα τμήμα να κάνει ουσιαστική κριτική σε ένα ομοειδές τμήμα όταν ξέρει ότι κάποιος από το ομοειδές τμήμα θα κάνει αξιολόγηση στο δικό του; Άρα, κι αυτή πρέπει να αλλάξει. Και όταν ολοκληρώνεται η αξιολόγηση όλων των ομοειδών τμημάτων, να δημοσιεύεται η κατάταξη αυτών των τμημάτων. Δηλαδή, πόσα τμήματα Φυσικής έχουμε; 6-7; Να γίνεται γνωστό ποιο είναι το καλύτερο, ποιο έρχεται δεύτερο, ποιο είναι το χειρότερο. Μπορεί να γίνεται μια γενική κατάταξη, και άλλες πιο ειδικές,  π.χ. πιο είναι το καλύτερο στην έρευνα (δημοσιεύσεις ή  ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις), το καλύτερο στη διδασκαλία, το καλύτερο σε κτιριακές εγκαταστάσεις, κτλ. Πρέπει να ενθαρρυνθεί η άμιλλα και να μπορούν οι υποψήφιοι φοιτητές να επιλέγουν σχολή με βάση την ποιότητα και όχι με γεωγραφικά κριτήρια. Η άμιλλα στην Ελλάδα έχει δαιμονοποιηθεί, θεωρείται καπιταλιστική συμπεριφορά· ζούμε σε κοινωνία ισοπέδωσης. Απόδειξη της τρέλας μας είναι η επιθυμία εξίσωσης προς τα κάτω: τα ΤΕΙ εξισώνονται με τα ΑΕΙ επειδή τα ΑΕΙ έγιναν ΤΕΙ· τα ΤΕΙ έγιναν ΙΕΚ και πάει λέγοντας.
Επίσης, μείωση της γραφειοκρατίας: συγχώνευση σχολών και πανεπιστημίων. Χρειαζόμαστε λιγότερα πανεπιστήμια, λιγότερους φοιτητές και ενθάρρυνση των παραγωγικών επαγγελμάτων: αγρότες καινούργιων, μοντέρνων προϊόντων· επιχειρηματίες, ειδικά “πράσινοι” επιχειρηματίες.
Το πρόβλημα των «αιώνιων φοιτητών». Είναι λογικό να υπάρχει ένα χρονικό όριο για την ολοκλήρωση των σπουδών (π.χ. δύο ή τρία χρόνια πέραν του κανονικού). Ε, basta! Εκτός του ορίου παράτασης, πρέπει να υπάρχει περιορισμός στις φορές που ο φοιτητής μπορεί να εξεταστεί σε ένα μάθημα. Όσο για την αήθη συμπεριφορά (αντιγραφή, λογοκλοπή, προσωπικές σχέσεις διδασκόντων-διδασκομένων κτλ) δεν αντιμετωπίζεται με τη δέουσα σοβαρότητα. Παίρνουμε πτυχία-παλιόχαρτα, κερδισμένα με σκονάκια. Ακόμα και πλείστα διδακτορικά είναι παλιόχαρτα. Ας μην επεκταθώ σ’ αυτό, θα πικραθούμε. Δεν επεκτείνομαι. Στην Ελλάδα όλοι παριστάνουν ότι είναι ανοιχτά μυαλά. Από τα ανοιχτά μυαλά, το μυαλό σκορπίζεται.
Σημαντικές ευθύνες για την κατάσταση των ΑΕΙ – για το χαμηλό επίπεδο των σπουδών, για τη “χαλαρότητα” του ακαδημαϊκού προγράμματος, για τις χαμένες ώρες, για τη διάλυση, το δημοσιοϋπαλληλίκι και τη διαφθορά- έχουν όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις που πήραν λαϊκιστικές αποφάσεις, όπως, για παράδειγμα, για την αύξηση του αριθμού των εισαγομένων φοιτητών στα ΑΕΙ. Κυρίως, επανέρχομαι σ’ αυτό, φταίνε οι πανεπιστημιακοί παράγοντες που αποδέχτηκαν την εξουσία των μετρίων.
Όλα έχουν συζητηθεί· κι όλα παραμένουν απαράλλακτα· ή, δεν μένουν απαράλλακτα·  επιδεινώνονται. Πράγματι, πάντα υπάρχει περιθώριο επιδείνωσης. Παρ’ όλ’ αυτά, οι πιο θαρραλέοι και ευγενέστεροι δεν είναι όσοι παίρνουν τα όπλα, αλλά όσοι παραμένουν πολιτισμένοι και νηφάλιοι βελτιώνοντας ό,τι μπορούν να βελτιώσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: