Ο Πέτρος Χαρίσης θα θυμάται για πάντα εκείνο το πρωινό του 1924, όταν επέστρεφε από την Αμερική. Tα ξερά φύλλα που είχαν σκεπάσει το μονοπάτι του δάσους έτριζαν κάτω από τα πόδια του, και το κυπρί του μουλαριού χτυπούσε ρυθμικά σε κάθε του βήμα. Αναρωτιόταν αν η επιστροφή αυτή θα ήταν η στερνή έπειτα από τόσες περιπέτειες ή, αντίθετα, θα αποτελούσε μια νέα σελίδα στη ζωή του.Κάπως έτσι, κοντά στα βουνά της Μουργκάνας, στα σύνορα Αλβανίας και Ελλάδας, ο Πέτρος Χαρίσης κάνει το καινούργιο του ξεκίνημα. Εκεί, στην όχθη του Ξεριά, αποφασίζει να χτίσει μια παράγκα γύρω από την οποία στη συνέχεια θα αναπτυχθεί το κέντρο του νέου χωριού. Η φαμίλια του αβγαταίνει, το ίδιο και η περιουσία του, ώσπου τα σύνορα που είχαν χωρίσει το χωριό στα δύο έκλεισαν. Ο Πέτρος Χαρίσης θα θεωρείται πλέον Αλβανός πολίτης. Και η ζωή του, όπως την ονειρευόταν, δε θα είναι ποτέ πια η ίδια.Πολιτικές συγκρούσεις, εθνικοί κατατρεγμοί, διαψεύσεις προσδοκιών, υποθέσεις κατασκοπείας που διαπλέκονται με προσωπικές ιστορίες, ζωές και όνειρα κομμένα στη μέση, οικογενειακά δράματα, όλα ρίχνουν φως σε μια σκοτεινή ιστορική περίοδο τριάντα πέντε χρόνων.
Εκδόσεις Ψυχογιός 2009
...Ξαφνιάστηκαν οι χωριανοί στη Βάλτιστα. Χαρές, κλάματα, ιστορίες, ο γαμπρός του κατέβηκε στο κατώι κι έσφαξε αμέσως ένα βετούλι. μαζεύτηκαν οι συγγενείς. Εκεί ο Πέτρος έμαθε τα νέα. Το θάνατο του πατέρα του τον είχε πληροφορηθεί από το γείτονά του τον Σταύρο Χρόνη, ο οποίος τον είχε ακολουθήσει στην Αμερική ύστερα από ένα χρόνο. Ο μικρός Αντώνης μεγάλωνε ώρα την ώρα, του είπε η Τασία. Είχε πάρει το όνομα του παππού, αλλά μόλις περπάτησε ο μικρός, ο θεός απέσυρε τον πρεσβύτερο. Πέρσι πέρασε την οστρακιά και κόντεψαν να τον χάσουν, αλλά τώρα ήταν καλά. Τα σύνορα, του είπαν, είχαν παραμείνει στην Κατούνα όπως ορίστηκαν το 1914, και καθώς το χωριό βρισκόταν πάνω στο σέλωμα, είχε χωριστεί στα δυο, το μισό είχε πέσει στην Αλβανία και το άλλο μισό στην Ελλάδα. Το σπίτι τους ήταν στην Αλβανία, αλλά το αχούρι και το πηγάδι είχαν μείνει στην Ελλάδα. τι να πει κανείς… Ύστερα οι άντρες μίλησαν για την πολιτική, για τον Βενιζέλο, το βασιλιά, τη Μικρασιατική καταστροφή. Είχαν πιστέψει ότι τα σύνορα θα μετακινούνταν βορειότερα, αλλά αποδείχτηκε ότι δεν ήταν θέλημα θεού. Έμεινε στην Αλβανία όλη η Δρόπολη. Στην Κακαβιά, είπαν, έβαλαν τελωνείο – ένα νόμιμο λησταρχείο που γυρεύει διαβατικά από τους περαστικούς. Η Κακαβιά είχε πέσει στην Αλβανία, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου της έμεινε στην Ελλάδα. Κάτω, εκεί που σμίγουν το Ραγόζι και ο Ξεριάς, υπήρχαν πολλά χωράφια που κανένας δεν ήξερε σε ποια χώρα ανήκαν. Τα δυο ποτάμια άλλαζαν συχνά κοίτη έπειτα από κάθε μεγάλη πλημμύρα. Εκεί που έσμιγαν, πάλευαν και κουλουριάζονταν σαν φίδια που βατεύονται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου