Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ. Μεγάλη βραδιά με την παρουσίαση του νέου βιβλίου της Ρέας Γαλανάκη στη "σύγχρονη έκφραση"


Μεγάλη βραδιά η Δευτέρα 24/10/2022 στη Σύγχρονη Έκφραση βιβλιοπωλείο - εκδόσεις όπου η Ρέα Γαλανάκη καθήλωσε το κοινό που γέμισε ασφυκτικά την αίθουσα, τιμώντας τη σπουδαία συγγραφέα μας, στην παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου της ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ. Με συνομιλήτρια την εξαιρετική φιλόλογο - συγγραφέα Κατερίνα Δημόκα αλλά και τις καίριες ερωτήσεις - τοποθετήσεις του κοινού η Ρέα Γαλανάκη ξεδίπλωσε με γλαφυρότητα και σαφήνεια τους στόχους του νέου της μυθιστορήματος ενώ θα πρέπει να κάνουμε και ιδιαίτερη μνεία στην εξαιρετική ανάγνωση αποσπασμάτων του βιβλίου από τη φίλη Γεωργία Τσέλιου.

Ευχαριστούμε τη Ρέα Γαλανάκη

Ευχαριστούμε όλους τους φίλους του βιβλιοπωλείου για την ανταπόκριση.

Σας παραθέτουμε την εισήγηση με την οποία άνοιξε την εκδήλωση η Κατερίνα Δημόκα.

Έχω πολλές φορές εντρυφήσει ως αναγνώστρια στον λογοτεχνικό κόσμο της σπουδαίας συγγραφέα κας Ρέας Γαλανάκη. Παράλληλα, έχω διδάξει ως εκπαιδευτικός απόσπασμα του έργου «Ελένη ή Ο Κανένας» για τη ζωή της πρώτης σπουδασμένης Ελληνίδας ζωγράφου, της Ελένης Μπούκουρα, που ανθολογείται στα κείμενα της Γ΄ Γυμνασίου. Σήμερα όμως στέκομαι δίπλα στην ίδια τη συγγραφέα με χαρά και με καλοδεχούμενη συγκίνηση.

Ο συνδετικός ιστός για την αποψινή μας συνάντηση είναι το τελευταίο μυθιστόρημα της κυρίας Γαλανάκη με τίτλο «Εμμανουήλ και Αικατερίνη» και υπότιτλο «ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ».

          Έχει ενδιαφέρον, από την εξωτερική ακόμα εντύπωση που δίνει το έργο, η ρητή άρση του χαρακτηρισμού παραμύθια, καθώς και η ισοζυγισμένη απεικόνιση των ασπρόμαυρων μορφών στο εξώφυλλο, που δεν αποκαλύπτονται ολομιάς, ζητώντας μας να προσφύγουμε στο ανάπτυγμα του βιβλίου. Και πράγματι, ετούτη η οικογενειακή μυθιστορία με τους γονείς της συγγραφέα στον πυρήνα της ξεδιπλώνεται πολυεπίπεδα. Είναι μία ανασκαφή της γενεαλογικής ρίζας, η ιστορική ψηλάφηση μιας εποχής για την Κρήτη και την Ελλάδα και παράλληλα η συμπλήρωση των αναπόφευκτων κενών στην κατανόηση που έχουμε για τους προγόνους. Τα χάσματα που κρυπτικά φυλάσσει ο χρόνος εδώ γεμίζουν με τη βοήθεια του ονείρου, τη φαντασιακή ανάπλαση και το συναισθηματικό δικαίωμα που μας παρέχει το ανήκειν σε μία οικογένεια.

Το πόνημα συνιστά ένα σύνθετο μυθιστόρημα, που ανατέμνει τις μορφές των γνωστών αγνώστων γονέων- όπως είναι εν πολλοίς για κάθε άνθρωπο οι γεννήτορές του. Εν προκειμένω του Εμμανουήλ Γαλανάκη και της Αικατερίνης Παπαματθαιάκη, που αποτυπώνονται και στο εξώφυλλο. Η γενναία εξιστόρηση εγκολπώνεται τρεις γενεές  και κεντράρει επιλεκτικά σε πρόσωπα που έπαιξαν τον ρόλο τους στην αντίληψη της γράφουσας για την προέλευσή της και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς της.

Η ιστορία ξεκινά και ολοκληρώνεται με τον γάμο του Εμμανουήλ και της Αικατερίνης στο τέλος της Κατοχής, κλείνοντας μέσα στο σχήμα και την ολότητα ενός κύκλου το ιστορικό και βιωματικό φορτίο που εκλύθηκε από την αφήγηση.

          Η διάταξη των γεγονότων που παρατίθενται δεν είναι ευθύβολη, γραμμική, όπως λέμε. Ο χρόνος διασπάται, συστέλλεται ή διαστέλλεται, αφομοιώνει σκέψεις, συνειρμούς, μνήμες ή οπτικές, εναρμονιζόμενος, με τις αυθόρμητες κινήσεις του νου μας, αλλά και πολύ περισσότερο με τη δημιουργική ελευθερία που διέπει τον νου των συγγραφέων.

          Το βιβλίο είναι δομημένο σε 3 συν 1 κεφάλαια, που αντιστοιχούν διαδοχικά στον οίκο του Εμμανουήλ Γαλανάκη και των προγόνων του από την πλευρά του πατέρα, στον οίκο της Αικατερίνης Παπαματθαιάκη και τέλος στη γνωριμία και σύζευξη του Εμμανουήλ και της Αικατερίνης, που διήρκεσε 35 χρόνια. Θα λέγαμε ότι η συγγραφέας Ρέα Γαλανάκη προσπάθησε να ανασυστήσει την προϊστορία, τα οδοιπορικά και τις προσωπικότητες των γεννητόρων της ως τον γάμο τους, σε μια βαθιά εσωτερική ανάγκη να δει τη δική της μορφή σε έναν από τους πολλούς καθρέφτες της αυτογνωσίας μας, τους γονείς, που φτιάχνουν, όπως λέει κι η ίδια, ίσως τον πιο σκληρό αλλά και τρυφερό καθρέφτη.

          Το 1ο κεφάλαιο ανατρέχει στην οικογένεια του πατέρα Γαλανάκη, με τη σταδιακή μετατόπισή της από τον ποιμενικό στον αγροτικό βίο (από την ορεινή καλλιέργεια της πατάτας στην πεδινή της ελιάς) κι από κει στα Γράμματα και τη λογιοσύνη. Παρενθετικά εδώ να αναφέρω ότι η κα Γαλανάκη αναψηλαφεί αρκετές μορφές της κρητικής λογιοσύνης, τον Ιωάννη Κονδυλάκη και τον Νίκο Καζαντζάκη, τους φιλολόγους Μενέλαο Παρλαμά και Στυλιανό Αλεξίου και τον έφορο της Βικελαίας Βιβλιοθήκης Ηρακλείου Νίκο Γιανναδάκη.

Επανέρχομαι στο 1ο κεφάλαιο, όπου έχει κομβική του φιγούρα τον αδελφό του παππού, τον Αμβρόσιο, ιερωμένο και φιλόλογο, τον φωτεινό άνθρωπο που σηματοδότησε πνευματικά τον Εμμανουήλ, τον ανιψιό του και πατέρα της συγγραφέα. Η κα Γαλανάκη ευδόκησε πρόσφατα να αντικρίσει στην οθόνη του υπολογιστή τη φιγούρα του εμβληματικού προγόνου σε 2 φωτογραφίες, επικυρώνοντας τον αδιαφιλονίκητο ρόλο του Διαδικτύου στην πρόσληψη που έχει ο σύγχρονος άνθρωπος για τον κόσμο του. Ήταν 2/2/2020, με ό,τι κι αν σημαίνει η σημαδιακή τούτη ημερομηνία για τη συγγραφική διαίσθηση που ισορροπεί στον λογισμό και τ’ όνειρο.

          Το 2ο κεφάλαιο αντιστοιχεί στην οικογένεια Παπαματθαιάκη, που ήταν το γένος της μητέρας Αικατερίνης. Μια οικογένεια που μετακινήθηκε από την Άνω Βιάννο στο Ηράκλειο κι αποκεί στη Βιέννη για σπουδές, καθώς ο παππούς της συγγραφέα είχε αταλάντευτη πίστη στην αξία της μόρφωσης. Το κεφάλαιο αυτό θεμελιώνει με την προσωπικότητά της η γιαγιά Μαριγώ, γυναίκα αγράμματη, πανέξυπνη και δοσμένη στην ανατροφή της μικρής Ρέας, που, αν και μήτρα επιστημόνων, ξεματιάζει και ξορκίζει με λαϊκή πίστη το κακό ή ερμηνεύει ως ριζιμιά κάποια συμβάντα, όπως  το αιφνίδιο σπάσιμο του καλού σερβίτσιου την ημέρα του γάμου της τριτοκόρης της Αικατερίνης.

Η γιαγιά Μαριγώ της Βιάννου πραγματοποίησε μεγάλα για τα αλλοτινά μέτρα ταξίδια, το προσκυνηματικό στη Μεγαλόχαρη της Τήνου, το ευρωπαϊκό με το τρένο στη Βιέννη του Μεσοπολέμου, το τρίτο στους Άγιους Τόπους για την εξασφάλιση της επιθανάτιας προίκας, του σάβανου δηλαδή με τη στάμπα του θριαμβευτή Χριστού, μια προεξόφληση του συγχωρητικού ελέους που αποζητούσε πριν από το ύστατό της ταξίδι.

Το κεφάλαιο ξετυλίγει και την οδοιπορία της νεαρής μικροβιολόγου Αικατερίνης, το πρώτο ματαιωμένο της αίσθημα και τη γνωριμία με τον Εμμανουήλ Γαλανάκη, που ευτύχησε να συντελεστεί στο κατοχικό καφέ-ζαχαροπλαστείο του Ρεγκινάκη μέσα στα αρώματα της βανίλιας, της σοκολάτας και του καλού καπνού, σε πείσμα της αποστειρωμένης συνθήκης που επέβαλλε το τυπικό ενός συνοικεσίου. Σε πείσμα ενός παζαρέματος.

Το 3ο κεφάλαιο παρουσιάζει τη σχέση του Εμμανουήλ και της Αικατερίνης, που παρά τη διαφορά της ηλικίας τους οδηγούνται σε γάμο, τον οποίο η συγγραφέας δω κι εκεί προσπαθεί νοερά να αναπλάσει. Ο γάμος των γονιών είναι εξάλλου το έρεισμα, όπως είπαμε, για την αρχή και το τέλος της αφήγησης.   

Στο τρίτο αυτό κεφάλαιο παρακολουθούμε τον Εμμανουήλ στον Εθνικό Διχασμό, στον Α΄ Παγκόσμιο, στη Μικρασία ως διωκόμενο από τους Τούρκους αξιωματικό, που αφαιρεί, αλλά ωστόσο δεν παραπετάει τα παράσημά του, εύσημα γενναιότητας που θα επαυξηθούν, καθώς ο πόλεμος σημαδεύει την ιστορία του 20ου αιώνα. Διαπιστώνουμε ακόμα τη συμμετοχή του στο αποτυχημένο κίνημα των Βενιζελικών κατά της κυβέρνησης Τσαλδάρη το 1935, τη σύλληψη και την αποχώρησή του στη Γαλλία. Τον συνοδεύουμε νοερά στο Μπορντό, όπου θα τεθεί υπό την καθοδήγηση ενός σπουδαίου γιατρού ΩΡΛ, του Πορτμάν, που θα παίξει τον ρόλο του ως ένα πρόσωπο του μυθιστορήματος. Τον βλέπουμε και το 1940 επιστρατευμένο γιατρό, στο Νοσοκομείο της Λάρισας, αμετακίνητο στο καθήκον του ακόμα και εν μέσω βομβαρδισμού. Στη Λάρισα πιθανώς ο Εμμανουήλ βίωσε και έναν μυστικό αισθηματικό δεσμό με μια νοσοκόμα, κάτι που ακροθιγώς αλίευσε η συγγραφέας από τα χείλη της μητέρας της.

Όταν πια ο Εμμανουήλ θα συναντηθεί με την Αικατερίνη, παρά την ηλικιακή τους διαφορά, θα αναδυθούν οι αναλογίες τους: η κοινή ιατρική επιστήμη που φιλόδοξα ασκούν, οι λαμπρές σπουδές τους στο εξωτερικό, η κρητική τους ρίζα, η ανάνηψη από τις ατυχείς αγάπες της πρώτης νιότης, αλλά πιο πολύ θα βαρύνουν τα τερτίπια του γυμνού θεότρελου αγγέλου, που καλείται Έρωτας και κηδεμονεύει την αιμάσσουσα ζεστή πηγή του σώματος, όπως λέει η συγγραφέας.

Το βιβλίο έχει κι ένα τέταρτο κεφάλαιο, όπως δηλώνεται στα περιεχόμενά του, που αφορά στο φωτογραφικό υλικό που επενδύει την αφήγηση. Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες εποχής συνομιλούν με τις αναμνήσεις της κας Γαλανάκη και την ιστόρηση των γεγονότων, κατέχουν οργανικό μέρος στην αντίληψη της γράφουσας για τις εποχές και τις ψυχικές ή κοινωνικές περιστάσεις που κατοπτρίζουν. Η αναδίφηση του οικογενειακού και του ιστορικού παρελθόντος βασίζεται εν πολλοίς στις εικόνες αυτές, όπως και σε έγγραφα, επιστολές, ιστορικές μελέτες, αντικείμενα. Να μην παραλείψω και τις μαρτυρίες προσώπων που ήταν σύγχρονα με τα γεγονότα, της μητέρας Αικατερίνης, της θείας Κυριακούλας, μαρτυρίες που αυθόρμητα εκστομίστηκαν, όταν ακόμα ο ζήλος της ανασύστασης του προγονικού κόσμου δεν ήταν κρυσταλλωμένος.

Θα ήταν παράλειψη, τελειώνοντας, αν δεν επεσήμαινα ότι το κείμενο συνδέεται καίρια με προηγούμενες γραφές, όπως «Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά», «Ελένη ή Ο Κανένας», «Ο αιώνας των λαβυρίνθων» ή συλλογές διηγημάτων της κας Γαλανάκη. Συγκοινωνούντα δοχεία, λοιπόν, πρότερα έργα με το «Εμμανουήλ και Αικατερίνη», κάτι που έχει το νόημά του στην ανίχνευση των συγγραφικών τεχνικών και των μοτίβων που οιστρηλατούν την έμπνευσή της.

Βιογραφία των προγόνων, αυτοβιογραφία, όταν ανακαλούνται οι επιλογές και στάσεις της ίδιας της συγγραφέα, ενατένιση κρίσιμων καμπών της Μεγαλονήσου, αναμόχλευση της ελληνικής ιστορίας του 20ου αιώνα κι όλα αυτά μέσα  στη σαγήνη του μύθου, που έντεχνα μετουσιώνει το χρονικό σε μυθιστόρημα. Σε κάθε περίπτωση ένα μαεστρικό πεζογράφημα, με γλαφυρότητα, στοχαστικό βάθος, εκφραστική δύναμη και πλούσια γλώσσα, που θα ήθελα πολύ να μάθω ποια συναισθήματα ανακίνησε στην κα Γαλανάκη η συγγραφή του.

Κατερίνα Δημόκα




Δεν υπάρχουν σχόλια: