Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Την Ιστορία τη μελετάμε για να δώσουμε απαντήσεις στο παρόν. Και αυτή είναι η πολύτιμη παρακαταθήκη του Νικηφόρου: ένα βιβλίο οδηγός του αγώνα και της αντίστασης σήμερα.


Με τρεις απόλυτα καταρτισμένες εισηγήτριες (Λάζου Βασιλική - Κομπιλάκου Βασιλική - Μπαλκούρα Κατερίνα), τη συνδρομή έκπληξη από τις αδερφές του Νικηφόρου, Κατίνας και Λούλας και των παιδιών του, Νίκου και Πέτρου, ζωντάνεψε στο βιβλιοπωλείο μας η ιστορία του "Αντάρτικου της Ρούμελης" όπως την κατέγραψε ο θρυλικός καπετάνιος του ΕΛΑΣ
μέσα σ' ένα κλίμα ιδιαίτερης συγκινησιακής φόρτισης, κατά την παρουσίαση της 5ης έκδοσης του τρίτομου βιβλίου του καπετάν Νικηφόρου ΑΝΤΑΡΤΗΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ.
Σε αυτή την ανάρτηση η εισήγηση της ιστορικού κ. Βασιλικής Λάζου.


Παρουσίαση βιβλίου
Νικηφόρος, «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης», Αθήνα: Παρασκήνιο 2015
Βιβλιοπωλείο Σύγχρονη Έκφραση, Λειβαδιά 30 Οκτωβρίου 2015

Βασιλική Λάζου, Ιστορικός, Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου

Πριν αρχίσω να μιλάω για το βιβλίο του Δημήτρη Δημητρίου – του καπετάν Νικηφόρου, «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης» το οποίο επανεκδόθηκε πρόσφατα 50 χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του θα ήθελα να σας εξηγήσω πώς και γιατί βρέθηκα εδώ.
Η παρουσία μου δεν οφείλεται μόνο στην επιστημονική μου ενασχόληση με την δεκαετία του 40 και ειδικότερα με την περιοχή της Ρούμελης, όπου έδρασε ο Νικηφόρος, αλλά και σε προσωπικούς λόγους.
Είχα την τιμή και τη χαρά να γνωρίζω προσωπικά τον Δημήτρη Δημητρίου,  όπως και την οικογένειά του, καθώς καταγόμαστε από το ίδιο χωριό την Επτάλοφο-Αγόριανη Παρνασσού. Πρόκειται για μια οικογενειακή γνωριμία που πηγαίνει πολύ πίσω στο χρόνο καθώς ο παππούς μου και ο πατέρας του, δάσκαλοι και οι δυο, στα δύσκολα χρόνια του μεσοπολέμου προσπαθούσαν να μάθουν γράμματα στα «αγριμάκια» των χωριών που υπηρετούσαν 
Από τα παιδικά μου χρόνια όταν τα καλοκαίρια επισκεπτόμουν το χωριό και άκουγα μέσες-άκρες, τι καταλαβαίναμε τότε αλλά και τι λέγονταν τότε – για αντάρτες και για μάχες ενάντια στους κατακτητές, για τον Άρη, το Γοργοπόταμο και πώς ο Νικηφόρος,  ο συμπαθής αυτός κύριος που έβλεπα να πίνει τον καφέ του κάτω από τον πλάτανο συζητώντας με τον πατέρα μου και τους θείους μου ήταν ο πρώτος αξιωματικός που  βγήκε στο αντάρτικο. Άκουγα για το Νικηφόρο και με ακόμα πιο σιγανή φωνή και για τους άλλους καπετάνιους του χωριού μας όπως για τον καπετάν – Διαμαντή, με τον οποίο ο Νικηφόρος ακολούθησε κοινή πορεία ως το 1944.
Όταν αποφάσισα να γίνω ιστορικός και να ασχοληθώ με τη δεκαετία 40, ο Νικηφόρος μου παραχώρησε με προθυμία την προσωπική του μαρτυρία για τον Γοργοπόταμο. Μου διηγήθηκε με πάθος και λάμψη στα μάτια πώς 120 αντάρτες του ΕΛΑΣ με τον Άρη αρχηγό και 60 αντάρτες του Ζέρβα και 12 βρετανοί της SOE ανατίναξαν την γέφυρα γράφοντας ιστορία. Μου εξιστόρησε με γλαφυρότητα και ζωντάνια πώς όντας εφεδρεία όρμησε και κατάλαβε το βάθρο της γέφυρας ολοκληρώνοντας αποφασιστικά τη μάχη και επιτρέποντας την υπονόμευση. Μου διηγήθηκε και άλλα πολλά  για τις δυσκολίες των πρώτων ομάδων, τις πρώτες μάχες του ΕΛΑΣ που τον εδραίωσαν στον ορεινό χώρο, την πολύπλευρη στήριξη των χωρικών χωρίς τους οποίους δεν θα ήταν δυνατή η ανάπτυξη του αντάρτικου. Μου μίλησε για τον χωρισμό των αρχηγείων και τη συγκρότηση της Ελεύθερης Ελλάδας .
Πέρασαν από τότε 20 χρόνια. Ο Νικηφόρος ακολούθησε την κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων. Πολύ νερό κύλισε στο αυλάκι της ιστορίας και της μνήμης. Από τη δεκαετία του 1990 και μετά υπάρχει ένα ζωηρό επιστημονικό ενδιαφέρον για τη δεκαετία του 1940: απομνημονεύματα, εκδόσεις, επιστημονικά βιβλία, αφιερώματα εφημερίδων, τηλεοπτικές εκπομπές. Νέα αρχεία ήρθαν στην επιφάνεια φωτίζοντας διαφορετικές όψεις της δεκαετίας του 1940. 
Ο τρόπος με τον οποίο η μεγάλη ιστορία διαπλέκεται με τις μικρές προσωπικές ιστορίες των καθημερινών ανθρώπων, όπως ο Δημήτρης Δημητρίου, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο η ιστορία ενός χωριού, όπως η Αγόριανη, συνδέεται με την ιστορία της χώρας αναδύονται ανάγλυφα μέσα από τις σελίδες του τρίτομου έργου «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης». Ο σκοπός του συγγραφέα δηλώνεται στην σύντομη εισαγωγή:
«Γράφω τα γεγονότα όπως συνέβησαν. Και οι αντιδράσεις μας στα γεγονότα υπήρξαν επίσης γεγονότα. Τις γράφω λοιπόν κι αυτές τέτοιες ακριβώς που ήσαν τότε. Είναι άλλη υπόθεση αν τις εγκρίνει κανείς σήμερα ή όχι. Αν θα έπρεπε να ακολουθηθεί διαφορετική πορεία».

Πράγματι, ο Νικηφόρος γράφει τα γεγονότα όπως συνέβησαν, η ιστορική επιστημονική έρευνα μπορεί να το επιβεβαιώσει. Και τα γράφει με τρόπο αυθεντικό και γλαφυρό. Με ένα λόγο με λογοτεχνικά χαρίσματα που όχι μόνο προσελκύει τον αναγνώστη αλλά τον κάνει να μη θέλει να αφήσει από τα χέρια του το βιβλίο, να αγωνιά για το επόμενο επεισόδιο και ας είναι γνωστό σε όλους τι συνέβη.
Τι μας γράφει λοιπόν σε αυτούς τους τρεις τόμους ο Νικηφόρος; Ξεκινά με κάποιες μνήμες από την δικτατορία του Μεταξά, όταν ήταν μαθητής στο Δαδί. Συνεχίζει με την μαθητεία του στη σχολή ευελπίδων, τον επιστράτευσή του στον πόλεμο του 40, την προώθησή του στο μέτωπο της Μακεδονίας, την κατάρρευση, την Κατοχή, τις προεργασίες για τον Απελευθερωτικό Αγώνα...
Η σκληρή καθημερινότητα και αβεβαιότητα που βίαια είχε επιβάλει η τριπλή κατοχή με τις στερήσεις, την πείνα και την έλλειψη ασφάλειας στην ύπαιθρο και την αδυναμία του κατοχικού κράτους να προστατέψει τους πολίτες του οδήγησαν σε μία de facto απονομιμοποίηση του κράτους και προκάλεσαν έντονο πολιτικό προβληματισμό.
Ανάμεσα σε αυτούς που προβληματίζονται, ανάμεσα σε αυτούς που δεν μπορούν να καθίσουν άπραγοι μπροστά στο δράμα του λαού που προξενεί η φασιστική κατοχή, ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να δράσουν είναι και ο Νικηφόρος. Γράφει:
«Συνάντησα τους συναδέλφους μου αξιωματικούς στα καφενεία. Με καλωσόρισαν. Άλλοι έπαιζαν χαρτιά, άλλοι παρακολουθούσαν γύρω με τις ώρες την κίνηση. Είχαν όλοι τους ένα ύφος συλλογισμένο, μια θολή αξιοπρεπή θλίψη που τους σκίαζε τα πρόσωπα. Αδέξια ακόμα πάνω τους και τα πολιτικά τους ρούχα – σαν άνθρωποι ξαναχυμένοι σε ξένα καλούπια. «Έτσι είμαι και εγώ; Αναρωτήθηκα
Δεν ήταν έτσι. Αυτός ήταν φτιαγμένος για αντίσταση και αγώνα. Και ενώ ο Νικηφόρος αναρωτιέται πώς μπορεί να αντιδράσει πατριωτικές οργανώσεις σχηματίζονται σε διάφορες περιοχές της χώρας. Μέσα από πολύμορφες διαδικασίες και σκληρούς αγώνες, το ΕΑΜ, που ξεκινά ως μια πολιτική πρωτοβουλία του ΚΚΕ και μικρότερων προοδευτικών κομμάτων, θα αναδειχτεί ως η μεγαλύτερη αντιστασιακή οργάνωση, ένα πραγματικά κοινωνικό φαινόμενο ανεπανάληπτων διαστάσεων.
Τον Φεβρουάριο του 1942 ιδρύεται ο ΕΛΑΣ για να αντισταθεί ένοπλα στον κατακτητή. Η κοινωνία της υπαίθρου, αντιμέτωπη με τις ληστρικές διαθέσεις του δωσίλογου καθεστώτος και του ιταλικού στρατού Κατοχής, ήταν έτοιμη να αντισταθεί και να διαφυλάξει την παραγωγή της. Αυτή ήταν η πρώτη αντίσταση η οποία ανάγλυφα αναδύεται μέσα από τις σελίδες του έργου του Νικηφόρου, όταν αναφέρεται στις αντιδράσεις των κατοίκων του χωριού του, της Αγόριανης.
Πώς όμως ένας αξιωματικός της Ευελπίδων από βασιλική οικογένεια γίνεται ο πρώτος αξιωματικός του ελληνικού στρατού που βγαίνει στο αντάρτικο; Μας γράφει ο ίδιος:
[Απόσπασμα από σελ. 205, τόμος Α:  «Ακριβώς έτσι δα γίνεται η ιστορία χωριανοί ….Συμφωνώ με όλους σας πρέπει να ξεκινήσουμε»].
Με απαρχή την άνοιξη του 1942, όταν ο  Άρης Βελουχιώτης ανέλαβε για το ΚΚΕ την οργάνωση μιας ένοπλης ομάδας στη Φθιώτιδα, την πρώτη μάχη 35 ΕΛΑΣιτών των ομάδων Φθιώτιδας και Παρνασσίδας υπό τον Άρη Βελουχιώτη στην χαράδρα της Ρεκάς, τη μάχη στο Κρίκελο, την ανατίναξη της γέφυρας Γοργοπόταμου και τη μάχη του Μικρού Χωριού, μέχρι το καλοκαίρι του 1943  και την εκρηκτική ανάπτυξη του αντάρτικου και τον διαχωρισμό των πρώτων Αρχηγείων οπότε ο ΕΛΑΣ έγινε ένας στρατός των 30.000 ανδρών, οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές. Οι μάχες του Αρχηγείου Παρνασσίδας που εξελίχθηκε στο 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και η μεγαλειώδης δράση του  Λαϊκού Στρατού που δημιούργησε την Ελεύθερη Ελλάδα στα βουνά, στα χωριά και στις πόλεις της επαρχίας μέχρι και την Απελευθέρωση, όλα περιγράφονται ζωντανά, παραστατικά, ανθρώπινα και αληθινά στους τρεις τόμους του έργου «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης». Μπροστά στα μάτια του αναγνώστη εκτυλίσσεται όλος ο αγώνας που ξεκίνησε ως αγώνας για την απελευθέρωση της πατρίδας από το ναζιστικό και φασιστικό ζυγό και σταδιακά έλαβε κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο. Γιατί οι αντάρτες και μαζί τους ο πρωτοπόρος Νικηφόρος δεν πολέμησαν μόνο για τη λευτεριά αλλά και για μια κοινωνία δημοκρατική και δίκαια όπου αφέντης θα ήταν ο ίδιος ο λαός. 
Δεν θα πω τίποτε άλλο. Μόνο ότι έτσι, απλά, γίνεται η Ιστορία. Και για να δούμε πώς γίνεται και πώς γράφεται η Ιστορία θα πρέπει να διαβάσουμε το βιβλίο. Την Ιστορία τη μελετάμε για να δώσουμε απαντήσεις στο παρόν. Και αυτή είναι η πολύτιμη παρακαταθήκη του Νικηφόρου: ένα βιβλίο οδηγός του αγώνα και της αντίστασης σήμερα.
Σας ευχαριστώ. 

1 σχόλιο:

Γιώργος Ζ. είπε...

Συγχαρητήρια για την προώθηση αυτού του καταπληκτικού βιβλίου ενός καταπληκτικού ανθρώπου.